Ενημέρωση   /   'Αρθρα-Δηλώσεις-Παρεμβάσεις   /   ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΑΡΘΡΩΝ

Άρθρο προέδρου Ε.Β.Ε.Π. & Π.Ε.Σ.Α., Βασίλη Κορκίδη, στην POLITICAL - «Ξεκλείδωσε η επενδυτική βαθμίδα για την ελληνική οικονομία»
21/09/2023 - ΠΗΓΗ: Ε.Β.Ε. ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Ξεκίνησε η τελική διαδικασία για την αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας, που θα την φέρει και επίσημα στην επενδυτική βαθμίδα. Από την περασμένη Δευτέρα μέσα σε μια εβδομάδα, δύο διεθνείς οίκοι αξιολόγησης, τόσο ο ιαπωνικός R&I, όσο και ο γερμανικός Scope αναβάθμισαν σε επίπεδα επενδυτικής βαθμίδας την ελληνική οικονομία. Μπορεί ο γερμανικός και ο ιαπωνικός οίκος να μην περιλαμβάνονται στη λίστα με τους επιλέξιμους από την ΕΚΤ οίκους αξιολόγησης, όμως αυτές οι δύο διαδοχικές αναβαθμίσεις του αξιόχρεου της χώρας μας ουσιαστικά εκφράζουν την εμπιστοσύνη των αγορών προς την ελληνική οικονομία και τις προοπτικές της. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θέτει ως προϋπόθεση για την κατάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας τη θετική αξιολόγηση από έναν τουλάχιστον οίκο από τους τέσσερις μεγαλύτερους. Οι επερχόμενες αξιολογήσεις είναι στις 8 Σεπτεμβρίου από την DBRS Morningstar, στις 15 Σεπτεμβρίου από την Moody’s, στις 20 Οκτωβρίου από την S&P και την 1η Δεκεμβρίου από την Fitch.

Η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας θα σημάνει άμεσα καλύτερους όρους χρηματοδότησης της οικονομίας μας, ένα πιο λειτουργικό περιβάλλον για τις τράπεζες, αλλά και ευκολότερη πρόσβαση σε χρηματοδοτικά εργαλεία για πολίτες και επιχειρήσεις με χαμηλότερα επιτόκια. Η σταθερή μεταρρυθμιστική πορεία, η διατηρησιμότητα των οικονομικών μεγεθών, η αύξηση του ΑΕΠ το 2023 στα 224 δις ευρώ, οι επενδύσεις στο +13,2% και η πολιτική σταθερότητα είναι οι βασικοί λόγοι της αναβάθμισης. Η αναβάθμιση ήταν άλλωστε αναμενόμενη και προκαθορισμένη χρονικά από τους επενδυτές, οι οποίοι αγόραζαν τα ομόλογα της χώρας σε χαμηλότερες αποδόσεις ακόμα και από εκείνες των ομολόγων επενδυτικής βαθμίδας της Ιταλίας και Ισπανίας. Έτσι λοιπόν το φθινόπωρο και το αργότερο έως το τέλος του έτους η Ελλάδα θα έχει ανακτήσει και επίσημα την επενδυτική βαθμίδα, αφού οι αναλυτές αναμένουν ότι και άλλοι οίκοι αξιολόγησης θα ακολουθήσουν το παράδειγμα της Scope και R&I τους επόμενους μήνες, με εξαίρεση κατά πάσα βεβαιότητα την «αυστηρή» Moody’s.

Τα οφέλη από την επιστροφή στην επενδυτική βαθμίδα θα είναι τεράστια και ίσως να μην έχουν ακόμη αποτιμηθεί πλήρως, αφού μόνο ένα στα δέκα αμοιβαία κεφάλαια μπορεί να επενδύσει σε μια χώρα που αξιολογείται σε χαμηλότερη βαθμίδα. Η ελληνική κυβέρνηση σχεδιάζει μάλιστα την κατα δυό χρόνια πρόωρη αποπληρωμή 5,3 δις ευρώ σε δύο δόσεις των δανείων διάσωσης για την μείωση του χρέους προς το ΑΕΠ κάτω από το 135% έως το 2027, από το 162% του 2023. Μια τέτοια κίνηση είναι πιθανό να φέρει την επίσημη ανακοίνωση της επενδυτικής βαθμίδας στα εγκαίνια και την ομιλία του πρωθυπουργού στην 87η ΔΕΘ, στις 9 Σεπτεμβρίου, αφού μια ημέρα πριν θα έχει προηγηθεί η αξιολόγηση από τον οίκο DBRS, που είναι ο ένας από τους τέσσερις που αναγνωρίζεται από την ΕΚΤ. Ο επικεφαλής του καναδικού οίκου DBRS, Nichola James, έδωσε σαφές στίγμα για τις προθέσεις και εξήγησε, πως η αναβάθμιση θα έρθει εάν ο οίκος πειστεί για ένα τουλάχιστον από τα δύο κριτήρια που θα εξετάσει. Το πρώτο αφορά στη συνεχή εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων που ενισχύουν τις επενδύσεις βελτιώνοντας τις μακροπρόθεσμες προοπτικές της οικονομίας. Το δεύτερο αφορά στην ακλόνητη δέσμευση για δημοσιονομική εξυγίανση που θα θέσει το δημόσιο χρέος προς το ΑΕΠ σε πτωτική τροχιά.

Η αξιολόγηση της Ελλάδας από BB+ σε ΒΒΒ- υποστηρίζεται από τη συμμετοχή της στην ευρωζώνη και την εφαρμογή προηγούμενων οικονομικών μεταρρυθμίσεων που έχουν ενισχύσει την ανθεκτικότητα της οικονομίας. Η Ελλάδα συνεχίζει να σημειώνει πρόοδο στην εκτέλεση του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας «Ελλάδα 2.0»το οποίο αποτελείται από μεταρρυθμίσεις που, εάν εφαρμοστούν και ενισχυθούν με τα 5,8 δις ευρώ, που ζητά επιπλέον η χώρα μας, θα μπορούσαν να ενισχύσουν την ανάπτυξη στο 2,5% και τις επενδύσεις, με συνολικά 33 δις ευρώ, μειώνοντας το δεκαετές επενδυτικό χάσμα μεταξύ της Ελλάδας και άλλων χωρών στην ευρωζώνη. Η ελληνική κυβέρνηση επικεντρώνεται στη συνέχιση του μεταρρυθμιστικού προγράμματος και την επιστροφή σε δημοσιονομικό πλεόνασμα 2,1%. Ωστόσο, οι τελικές αποφάσεις των οίκων αξιολόγησης λαμβάνουν υπόψη και ζητήματα που έχουν κληρονομηθεί από το παρελθόν, όπως είναι το υψηλό χρέος του δημόσιου τομέα και τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Το «κλειδί» για την αναβάθμιση σε επενδυτική βαθμίδα έχει αρχίσει να γυρίζει σε ένα περιβάλλον με αβεβαιότητες και αυτή ίσως είναι η μεγαλύτερη επιτυχία της ελληνικής οικονομίας, αλλά και η αφετηρία μιας δυναμικής πορείας της Ελλάδας στους στόχους του 2030.

 


Αποστολή με email Εκτυπώσιμη μορφή