Η ναυπηγική βιομηχανία της χώρας μας μπορεί να πρωταγωνιστήσει στην «κοσμογονική οικολογική αλλαγή» του ναυτιλιακού τομέα διεκδικώντας επι ίσοις όροις μερίδιο από την «πράσινη μετάβαση» του παγκόσμιου στόλου. Θέλω να πιστεύω ότι στην Ελλάδα ετοιμαζόμαστε να βιώσουμε μία ευχάριστη περίοδο που βρίσκεται ενώπιον μας με την αναζωογόνηση του ναυπηγικού τομέα. Και δεν κρύβω την χαρά μου για το γεγονός ότι αυτός ο τομέας, μετά από μετά από έναν κύκλο 25 ετών συνεχούς απώλειας της ανταγωνιστικότητάς του, μέχρι την ολική παρακμή που τον έριξε σε «κωματώδη» κατάσταση, επανατοποθετεί δυναμικά, την Ελλάδα στην παγκόσμια «ναυπηγική σκηνή». Και μάλιστα σε μία συγκυρία όπου η ευρωπαϊκή ναυπηγική βιομηχανία αναθεωρεί την στρατηγική της έχοντας ως στόχο να επιστρέψει στην κατασκευή μεγάλων «eco» εμπορικών πλοίων έως το 2050.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι τα ευρωπαϊκά ναυπηγεία, συμπεριλαμβανομένων και των ελληνικών, τις περασμένες δεκαετίες απώλεσαν σχεδόν ολόκληρο τον εμπορικό ναυπηγικό κλάδο συμπεριλαμβανομένων tankers, bulkers και containerships, έναντι της Ασίας, καθώς και σημαντικά μερίδια κατασκευών στην παραγωγή πλοίων της ακτοπλοΐας και των υπεράκτιων δραστηριοτήτων «offshore» μένοντας κυρίως μόνο με την κατασκευή κρουαζιερόπλοιων. Τώρα θα μπορούσαμε να πούμε ότι η ευρωπαϊκή ναυπηγική βιομηχανία έχει ξεκινήσει την «αντεπίθεση» προς τα ασιατικά ναυπηγεία αν λάβουμε υπόψη μας το γεγονός ότι η «Sea Europe», η Ένωση που εκπροσωπεί το 100% του κλάδου σε 16 χώρες, μεταξύ των οποίων φυσικά και η Ελλάδα έχει θέσει δύο βασικούς στόχους. Ο πρώτος έως το 2035 να ισχυροποιηθεί η θέση της Ευρώπης στη ναυπήγηση σύνθετων πλοίων και στην παραγωγή ναυτιλιακού εξοπλισμού με την ανάκτηση στρατηγικών τύπων πλοίων, απαραίτητων για την ευρωπαϊκή γαλάζια οικονομία. Και ο δεύτερος με την ενδυνάμωση του ανταγωνισμού σε όλα τα τμήματα της ναυπηγικής αγοράς που είναι ζωτικής σημασίας για την οικονομική ευημερία της Ευρώπης.
Είναι προφανές ότι στην παρούσα φάση είναι αναγκαία μια νέα ευρωπαϊκή θαλάσσια βιομηχανική στρατηγική, μιας και το τρέχον πλαίσιο της Ε.Ε. δεν έχει καταφέρει να γεφυρώσει τα κενά ανταγωνιστικότητας. Μιας νέας στρατηγικής από την οποία σαφώς θα πρέπει να αποκομίσει οφέλη και η ελληνική ναυπηγική βιομηχανία η οποία ως γνωστόν κατά την φάση της «ύπνωσής της» απώλεσε πολλά από τα κονδύλια που δόθηκαν κατά περιόδους για την στήριξη της ευρωπαϊκής ναυπηγικής βιομηχανίας. Παράλληλα μετά τις επενδύσεις της Οnex του Π. Ξενοκώστα στα ναυπηγεία Σύρου και Ελευσίνας, καθώς και του εφοπλιστή Γ. Προκοπίου στα μεγαλύτερα ελληνικά ναυπηγεία του Σκαραμαγκά, προηγήθηκαν κινήσεις αναβάθμισης των υποδομών των μικρότερων ναυπηγείων στο Πέραμα και Σαλαμίνα, ενώ ακολούθησε το παράδειγμα των άλλων και η ΟΛΠ ΑΕ με βελτιώσεις στη ΝΕΖ σε Δραπετσώνα και Πέραμα, ώστε να μπορούν οι εξειδικευμένες ιδιωτικές εταιρείες της ναυπηγοεπισκευής να δραστηριοποιούνται σε καλύτερες συνθήκες. Ωστόσο για να είμαστε ανταγωνιστικοί και να έχουμε καλύτερες διαδικασίες εξυπηρέτησης των πλοίων και των ναυπηγείων θα πρέπει να γίνουν όλες εκείνες οι ενέργειες ώστε η ελληνική ναυπηγική βιομηχανία να αποκτήσει ένα υγιές πλαίσιο λειτουργίας που θα διασφαλίζεται με ένα «manual» εφοδιασμού των ναυπηγείων σύμφωνα με όλες τις ευρωπαϊκές οδηγίες προς όφελος των εγχώριων επιχειρήσεων εμπορίου και τεχνολογίας.
Έχοντας στη σκέψη μας τα χρονοδιαγράμματα του ΙΜΟ για την μείωση των αέριων ρύπων των πλοίων ο χρόνος μετράει αντίστροφα έως το 2030 με βάση τους ευρωπαϊκούς στόχους για μείωση των εκπομπών αερίων αλλά και του «EU ETS» από το οποίο η ελληνική ακτοπλοΐα έχει εξαιρεθεί έως το 2030. Είναι λοιπόν μία «χρυσή ευκαιρία» για τις ελληνικές ναυπηγικές μονάδες να δραστηριοποιηθούν τόσο στις μετασκευές εμπορικών πλοίων για μηχανές, scrubbers, προπέλες, βολβοί κλπ, που θα απαιτηθούν για την προσαρμογή στα νέα δεδομένα όσο και στην ανανέωση του ακτοπλοϊκού στόλου της χώρας. Το 2030 που λήγει η εξαίρεση της ακτοπλοΐας μας από το EU ETS είναι πολύ κοντά. Ωστόσο η αρχή έγινε με το Μνημόνιο Συνεργασίας που υπεγράφη στα τέλη του περασμένου έτους συνολικού προϋπολογισμού 1 δισ. ευρώ και αφορά το πλαίσιο συνεργασίας 10 ετών για την εκτέλεση του ναυπηγικού προγράμματος εκσυγχρονισμού του στόλου της Attica Group καθώς και των θυγατρικών της που ανέλαβε να φέρει σε πέρας ο Όμιλος ONEX στα Ναυπηγεία Ελευσίνας και Σύρου είναι ένα θετικό πρώτο βήμα. Όπως και η εκπόνηση μελέτης για την κατασκευή πλοίων προσαρμοσμένων στις ανάγκες των αγόνων γραμμών. Ως γνωστόν η πρώτη ναυπήγηση αναμένεται να είναι για το Attica Group ένα πλοίο 100 μέτρων που θα έχει και τη δυνατότητα εναλλακτικού καυσίμου.
Όσον αφορά στην χρηματοδοτική βάση για το «πρασίνισμα» του ακτοπλοϊκού μας στόλου με στόχο την αξιοποίηση περισσότερων χρηματοδοτικών εργαλείων από την Ε.Ε., το υπουργείο Ναυτιλίας έχει προχωρήσει σε μελέτες μέσω των οποίων θα εξασφαλιστούν τα απαραίτητα κονδύλια για τις πράσινες επενδύσεις. Είναι λοιπόν μία «χρυσή ευκαιρία» για την ελληνική οικονομία, η δυναμική ανάκαμψη της ναυπηγικής βιομηχανίας της χώρας για να πρωταγωνιστήσει σε αυτή την «κοσμογονική αλλαγή» του ναυτιλιακού τομέα διεκδικώντας επι ίσοις όροις μερίδιο από την «πράσινη μετάβαση» του ελληνόκτητου και παγκόσμιου στόλου. Είναι παράλληλα μια ευκαιρία για όλες τις ελληνικές επιχειρήσεις που κατασκευάζουν υλικά και εφοδιάζουν αναλώσιμα υλικά για τα πλοία να «κάνουν εξαγωγές στην αυλή μας», όπως έχω πει. Η επανέναρξη της ναυπηγικής βιομηχανίας στη χώρα, αποτελεί μεγάλο εθνικό στοίχημα. Δεν ήταν εύκολο να φτάσουμε εδώ σήμερα. Δεν ήταν αυτονόητο και δεν ήταν απλό. Το στοίχημα πρέπει να κερδηθεί. Ήδη πολλοί Έλληνες εφοπλιστές δείχνουν ολοένα και μεγαλύτερη εμπιστοσύνη φέρνοντας πάνω από 500 πλοία τους για επισκευές στις εγχώριες γιάρδες.
|