Μια σειρά από αγροτικές και κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις, μονάδες µεταποίησης και συσκευασίας, αποθήκευσης και μεταφοράς αγροτικών προϊόντων, αντιμετωπίζουν μια οικονομικής καταστροφή άνευ προηγουμένου από το ισχυρό χτύπηµα που επέφερε η πλημμύρα του θεσσαλικού κάμπου. Οι αντοχές μιας ολόκληρης κοινωνίας δοκιμάζονται με μια ακόμα συμφορά. Το πρώτο και σημαντικότερο βεβαίως είναι οι ανθρώπινες ζωές, αφού αυτές οι απώλειες δεν κοστολογούνται. Οι καταστροφές σε κατοικίες, δρόμους, γέφυρες και όλες τις υποδομές δεν είναι δυνατόν να αποκατασταθούν σύντομα, όσο γρήγορη και γενναία και αν είναι η κρατική αρωγή. Το ύψος του κόστους των ζημιών δύσκολα προσδιορίζεται στη παρούσα κατάσταση, αφού δεν περιορίζεται μόνο στη τοπική κοινωνία και οικονομία, αλλά έχει επιπτώσεις σε όλη την επικράτεια, ενώ όσο περνούν οι μέρες επιβεβαιώνεται πως είναι πολλαπλάσιες των αρχικών εκτιμήσεων.
Στο ειδικότερο και ευαίσθητο πεδίο της αγροδιατροφικής δραστηριότητας τα πρώτα στοιχεία των ειδικών μιλούν για καταστροφή της τάξεως του 10% της διατροφικής παραγωγής της χώρας, καθώς, εκτός από την γεωργική παραγωγή, πνίγηκαν χιλιάδες ζώα και καταστράφηκαν πολλές αποθήκες τροφίμων, η έλλειψη των οποίων θα γίνει αισθητή στην αγορά. Αυτό που επίσης δεν έχει αξιολογηθεί προς το παρόν, από τους ειδικούς είναι οι επιπτώσεις στη παραγωγικότητα των γεωργικών εκτάσεων το επόμενο διάστημα, αλλά σίγουρα ενόψει και του επικείμενου χειμώνα θα χρειασθεί να περάσει αρκετός καιρός σε οποιαδήποτε καλλιέργεια για να ξαναδώσει αξιόλογο παραγωγικό αποτέλεσμα. Την ίδια στιγµή, ο υγειονομικός κίνδυνος μεγενθύνει τη ζηµιά, αφού, υπό τον φόβο των μολύνσεων, δικαίως ή αδίκως, δημιουργεί στους καταναλωτές αμφιβολίες για όλα τα Θεσσαλικά προϊόντα. Επιπρόσθετα η διακοπή λειτουργίας του σιδηροδρομικού δικτύου και η παράκαμψη με επιπλέον 250 Km στο οδικό δίκτυο ανατρέπει τη λειτουργία της εφοδιαστικής αλυσίδας, σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο. Το μεγάλο πλήγμα της διακοπής λειτουργίας όλων των μονάδων της αλυσίδας αξίας τροφίμων του κάμπου θα αποτυπωθεί στο ποσοστό που θα αφαιρέσει από το εθνικο εξαγώγιμο αγροτικό προϊόν.
Ανεξάρτητα από τις ενισχύσεις και τις αποζηµιώσεις που ήδη άρχισαν να δίνονται στους πληγέντες, η κατάσταση που διαµορφώνεται είναι πως για να παραμείνουν οι Θεσσαλοί αγρότες στον κάμπο, αλλά και «να σηκώσουν κεφάλι» θα πρέπει οι συνήθεις προσωρινές βοήθειες, είτε αναστολής, είτε παράτασης, είτε παγώματος πληρωμών να γίνει, υπό προϋποθέσεις, απαλλαγή όλων των οικονομικών τους υποχρεώσεων, ώστε να τολμήσουν να επανεκκινήσουν. Κι αυτό γιατί, τουλάχιστον σε επίπεδο αγροτικών εκµεταλλεύσεων, η οικονοµική κατάσταση ήταν ήδη οριακή και μετά από τις καταστροφές δεν αφήνει πολλά περιθώρια επανόδου. Η κυβέρνηση θα πρέπει να λάβει σοβαρά υπόψη ότι για µεγάλο αριθµό αγροτών, παλαιών και ιδιαιτέρως νέων, η παραµονή στο αγροτικό επάγγελµα δεν διαπνέεται από βεβαιότητα γιατί αφενός τα οικονοµικά περιθώρια έχουν στενέψει και αφετέρου ο κλιματικός κίνδυνος εμφανίζεται όλο και πιο συχνά, με επιθετικά και επικίνδυνα φαινόμενα.
Το παράδοξο είναι πως ο θεσσαλικός κάμπος με τα 5 εκατ. στρέµµατα, εκ των οποίων σχεδόν τα µισά αρδεύονται, «στέγνωνε» διαρκώς και είχε εκπέμψει SOS με τις 33.000 ιδιωτικές γεωτρήσεις να έχουν αντλήσει τις τελευταίες τρεις δεκαετίες πάνω από 3 δις κυβικά μέτρα νερού από µη ανανεώσιµα αποθέµατα. Οι αντλήσεις συνεχίζονταν όλο και βαθύτερα στους υδροφορείς και αυτή η καταστροφική πορεία µπορούσε να ανακοπεί µόνο µε την αξιοποίηση των επιφανειακών υδάτων της λεκάνης του Πηνειού και του Αχελώου. Οι επιστήμονες της Εταιρείας Θεσσαλικών Μελετών πριν λίγα χρόνια υποδέχτηκαν µε ικανοποίηση την πρόθεση της κυβέρνησης για ολοκλήρωση και αξιοποίηση του φράγµατος Συκιάς και της σήραγγας εκτροπής προς τη λεκάνη του Πηνειού, η οποία διατυπώθηκε από τον πρωθυπουργό, με στόχο να καταστεί εφικτή η µεταφορά 200 εκατ. κ.µ. νερού νερού στον Θεσσαλικό Κάµπο από τα συνολικά 600 εκατ. κ.µ. που πλεόναζαν χωρίς να αξιοποιούνται. Το γεγονός ότι σήμερα μετά τις πλημμύρες φτάσαμε στην ανάγκη αποστράγγισης, αντί της ενίσχυσης του υδατικού δυναµικού της λεκάνης αναγκάζει τη κυβέρνηση σε ανατροπή σχεδίων. Η υπέρβαση των εμποδίων στον Θεσσαλικό κάμπο, δεν μπορεί πλέον να αποτελεί αποκλειστικό αντικείμενο μιας μελέτης, αλλά μιας ευρύτερης διεπιστημονικής συνεργασίας μεταξύ ειδικοτήτων όπως Γεωτεχνικών, Γεωπόνων, Δασολόγων, Χωροτακτών, Υδρολόγων και Υδρογεωλόγων, Περιβαλλοντολόγων, Συγκοινωνιολόγων, ειδικών Αγροτικής Οικονομίας και Αγροτικής Πολιτικής και Regional Landscape Planners, οι οποίοι επιβάλλεται να κληθούν και να οργανώσουν τον χώρο, με προτάσεις ειδικού σκοπού, οικολογικής βελτίωσης, αλλά και δημιουργίας των περιβαλλοντικών προϋποθέσεων για την ανάπτυξη ενός σύγχρονου Πρωτογενούς τομέα αειφορίας, ανάλογου της Ολλανδίας και του Βελγίου. Ο Θεσσαλικός κάμπος μπορεί από τη καταστροφή να αναβιώσει και να αναδειχθεί όχι μόνο σε «κήπο της Ελλάδας», αλλά και της Ευρώπης.
|