Η φετινή 87η Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης έχει ένα «άλλο αέρα», αφού η ελληνική οικονομία πορεύεται πλέον σταθερά με ευνοϊκό άνεμο. Η ανάπτυξη της οικονομίας και η αισιοδοξία, ότι από τώρα και στο εξής, η διαφύλαξη της οικονομικής σταθερότητας, η καταπολέμηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού και η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων, δεν θα αποτελούν απλά συνήθεις εξαγγελίες που γίνονται στο περιθώριο της ΔΕΘ, αλλά μια «πραγματικότητα» με απτά αποτελέσματα.
Η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων και μάλιστα ταχύρρυθμα, είναι το κλειδί της ανάπτυξης αλλά και της οικονομικής σταθερότητας. Είναι προφανές, ότι η κυβέρνηση για να επιτύχει στο μεταρρυθμιστικό της έργο θα πρέπει να έρθει αναπόφευκτα σε «σύγκρουση» με τα συμφέροντα που προτιμούν την στατικότητα, αλλά και με ιδεοληψίες του παρελθόντος, οι οποίες και λειτούργησαν ανασχετικά στην προσέλκυση επενδύσεων από το εσωτερικό και το εξωτερικό. Πρέπει να γίνει αντιληπτό από το κοινωνικό σύνολο, ότι οι επενδύσεις θα φέρουν την οικονομική ανάπτυξη, οι επενδύσεις θα διατηρήσουν, αλλά και θα δημιουργήσουν νέες θέσεις εργασίας, οι επενδύσεις θα κινητοποιήσουν τις τοπικές οικονομίες.
Έχω υποστηρίξει και θα συνεχίσω να υποστηρίζω, ότι δεν πρέπει να χαθεί το momentum. Η Ελλάδα έχει μια μοναδική ευκαιρία να αναδειχθεί ως μια χώρα «πρότυπο» για την υπόλοιπη Ευρώπη, με την οικονομία της να πρωτοστατεί και να παρουσιάζει εξαιρετική δυναμική. Και η κυβέρνηση οφείλει να αξιοποιήσει στο έπακρο την νωπή, ακόμη, εντολή της κοινωνίας για πολιτική σταθερότητα και ανάπτυξη. Οφείλει να καταστήσει σαφές στο ευρύ κοινωνικό σύνολο, ότι η οικονομία είναι «κυκλική» και χάρη σε αυτή την κυκλικότητα, η κάθε θετική αναπτυξιακή πρωτοβουλία συμβάλει στην «μόχλευση» δυνάμεων, που μπορεί για μια σειρά λόγους να παραμένουν στο περιθώριο, αναμένοντας το «πράσινο φως» από το κυβερνητικό επιτελείο για να συνδράμουν ενεργά.
Οι ρυθμίσεις που έφερε η προηγούμενη κυβέρνηση, υπό τον Κυριάκο Μητσοτάκη, για τον ναυπηγικό τομέα είναι ένα απτό παράδειγμα της δυναμικής, χάρη στην οποία, σήμερα, έχουν κινητοποιηθεί δυνάμεις στον ευρύτερο Πειραϊκό χώρο γύρω από το cluster του ναυπηγικού – ναυπηγοεπισκευαστικού τομέα, αλλά και της παραγωγής κάθε τύπου υλικών για πλοία και πλωτά ναυπηγήματα. Αυτές οι δυνάμεις δεν θα είχαν ενεργοποιηθεί αν δεν υπήρχε η κατάλληλη κυβερνητική παρέμβαση, η κατάλληλη ρύθμιση που άφησε πίσω τις στρεβλώσεις και ιδεοληψίες για ένα τομέα μείζονος σημασίας για τα καλώς εννοούμενα συμφέροντα του επιχειρηματικού κόσμου, που λειτουργεί υποστηρικτικά προς την πρώτη ναυτιλία στον κόσμο, τη ναυτιλία των Ελλήνων, αλλά και για την αμυντική θωράκιση της χώρας στο θαλάσσιο χώρο. Η Ελλάδα, μπορεί να επανατοποθετηθεί ανταγωνιστικά στη διεθνή αγορά μέσω των ναυπηγείων της, μέσα από ένα μοντέλο λειτουργίας, και υπό μια σειρά προϋποθέσεων που συνιστούν επί της ουσίας ένα νέο στοίχημα που πρέπει να κερδηθεί. Ο ελληνικός ναυπηγικός τομέας πρέπει να ξαναγίνει κλάδος της ελληνόκτητης ναυτιλίας και να αντιμετωπιστεί, ως βασικός τομέας της εγχώριας βαριάς βιομηχανίας. Αυτός, άλλωστε, είναι δικαιωματικά και πρέπει να ξαναγίνει η βαριά βιομηχανία της Ελλάδας. Το Ε.Β.Ε.Π. ήταν, είναι και θα παραμείνει αρωγός σε κάθε προσπάθεια προς την κατεύθυνση αναγέννησης του ναυπηγικού τομέα, γιατί πιστεύουμε ακράδαντα πως στην Ελλάδα έχει πράγματι λαμπρό μέλλον. Και το απέδειξε ότι είναι αρωγός προς αυτή την κατεύθυνση, καθώς συμμετείχε στη δημιουργία και συγκρότηση της συστάδας με τίτλο, «Ένωση Ελληνικών Ναυπηγείων», με έδρα τον Πειραιά, η νομική οντότητα της οποίας, ως γνωστόν, έχει επικυρωθεί με Απόφαση του Ειρηνοδικείου Πειραιώς. Η δημιουργία της Ε.Ε.Ν. άνοιξε ένα νέο κεφάλαιο στη ναυπηγική βιομηχανία της χώρας και, μάλιστα, σε θετική χρονική συγκυρία, καθώς αυτή αναγεννάται με την ενεργοποίηση των ναυπηγικών μονάδων, εκφράζοντας επιχειρηματικά τις επιχειρήσεις, οι οποίες δραστηριοποιούνται στην κατασκευή πλοίων, τη ναυπηγική βιομηχανία και τις προμήθειες υλικών και υπηρεσιών για πλοία, αλλά και τις ναυπηγοεπισκευές. Και για να γίνει ευρύτερα κατανοητή η πρότερη αναφορά μου σε δυνάμεις που κινητοποιούνται, η ίδρυση του νέου φορέα θεμελιώθηκε πάνω στις χιλιάδες επιχειρήσεις μέλη του Ε.Β.Ε.Π., τις κορυφαίες επιχειρήσεις του Υπερταμείου, σχεδόν όλες τις επιχειρήσεις ρυμουλκών, εφοδιαστών και μια πληθώρα εταιριών ηγετών, όπως διαφαίνεται από τη συμμετοχή των Ιδρυτικών Μελών, αλλά και των Επίτιμων, αντανακλώντας χιλιάδες θέσεις εργασίας, ένα σημαντικό ποσοστό του ετήσιου ΑΕΠ με μεγάλο βαθμό εξωστρέφειας και συμβολής στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της χώρας.
Οι ναυπηγικές μονάδες της χώρας μπορούν να αυξήσουν, τον πρώτο χρόνο επαναλειτουργίας τους, κατά 1,35 δισ. ευρώ τις ελληνικές εξαγωγές σε εξοπλισμό πλοίων. Η ανανέωση του ακτοπλοϊκού στόλου μέχρι το 2030, απαιτεί επενδύσεις άνω των 4,5 δισ. ευρώ, που ήταν ο αρχικός υπολογισμός και μεγάλο μέρος αυτών των επενδύσεων πρέπει να γίνουν σε ελληνικά ναυπηγεία. Με απλά λόγια η ελληνική ναυπηγική βιομηχανία με την παγκόσμια εμβέλεια που διαθέτει μπορεί να μας δώσει τη δυνατότητα να κάνουμε «εξαγωγές στην αυλή μας».
Εγκαταλείποντας τις ιδεοληψίες του παρελθόντος, οφείλουμε να επενδύσουμε στην ναυτιλιακή καινοτομία, που είναι τομέας έντασης κεφαλαίου και έντασης γνώσης, αλλά και να καταβάλουμε κάθε δυνατή προσπάθεια για τη βελτίωση του γνωσιακού επιπέδου του έμψυχου δυναμικού που δραστηριοποιείται σε όλο το φάσμα των ναυτιλιακών δραστηριοτήτων, σε ξηρά και θάλασσα, πάνω στις νέες τεχνολογίες που σχετίζονται με την προσπάθεια της ναυτιλίας στο πεδίο της πράσινης μετάβασης. Να αξιοποιήσουμε την συσσωρευμένη γνώση του έμψυχου δυναμικού του ναυπηγικού-ναυπηγοεπισκευαστικού τομέα, να αξιοποιήσουμε την «πατέντα» με την καλώς εννοούμενη έννοια της λέξης, να γεφυρώσουμε αυτή τη γνώση με την πανεπιστημιακή έρευνα, αλλά και να δημιουργήσουμε τη δική μας «σχολή», τη δική μας «βάση παραγωγής στελεχών» καταρτισμένων στα νέα δεδομένα της «πράσινης ναυτιλίας» του κοντινού μας αύριο. Εμείς πρέπει να κάνουμε «εξαγωγή στελεχών» και όχι εισαγωγή. Εμείς πρέπει να κρατήσουμε τα «κλειδιά της τεχνογνωσίας» με ότι αυτό συνεπάγεται.
Στη χώρα μας παραδοσιακά η θάλασσα φέρνει την ελπίδα και γεννά όνειρα. Στα ναυπηγεία δημιουργούνται τα «μέσα» που φέρνουν αυτήν την νέα ελπίδα. Εκεί γεννιούνται τα πλοία, εκεί συντηρούνται και εκεί πεθαίνουν. Τα ναυπηγεία είναι η αρχή και το τέλος κάθε ονείρου στη ναυτιλιακή ζωή. Και η κυβέρνηση οφείλει να δει τους ορίζοντες που διανοίγονται και να συνεχίσει να «απελευθερώνει» τις δυνάμεις εκείνες, που θα συμβάλουν στη περαιτέρω οικονομική ανάπτυξη, αλλά και στην εμπέδωση σε παγκόσμια κλίμακα, ότι η ναυτιλία και τα στελέχη της ήταν, είναι και θα είναι η Ελλάδα.
|