Ενημέρωση   /   'Αρθρα-Δηλώσεις-Παρεμβάσεις   /   ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΑΡΘΡΩΝ

Αρθρο Προέδρο ΕΒΕΠ, κ. Βασίλη Κορκίδη στον Χρόνη Διαμαντόπουλο - ΕΠΙΚΑΙΡΑ (28/6/2021) «Η ανάκαμψη απαιτεί χρηματοδότηση για επενδύσεις»
23/08/2021 - ΠΗΓΗ: Ε.Β.Ε. ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Για να καταστεί εφικτός ο στόχος της αύξησης των επενδύσεων που θα επιταχύνουν την οικονομική ανάκαμψη θα πρέπει η Ελλάδα να «υπερβεί εαυτόν». Η εξεύρεση του σωστού «βηματισμού» στην παρούσα φάση της δημόσιας διοίκησης θα είναι καθοριστικής σημασίας ώστε να αξιοποιηθούν - απορροφηθούν επιτυχώς τα κεφάλαια που θα εισρεύσουν στον κρατικό κορβανά από τα ταμεία της ΕΕ. Ουσιαστικά, «τώρα αρχίζουν τα δύσκολα» ώστε να μην πάει χαμένο ούτε ένα ευρώ κοινοτικών πόρων καθώς δεν αρκεί να βρεθεί ο σωστός βηματισμός από την πλευρά της δημοσίας διοίκησης, αλλά και, παράλληλα, να υπάρξουν «ώριμα και τεκμηριωμένα» σχέδια.

 

Το Ε.Β.Ε.Π. έχει επισημάνει αναφορικά με το Ελληνικό Σχέδιο «Ελλάδα 2.0» και την αρχή «firstcomefirstserved» ότι η μεγάλη πρόκληση για όλα τα κράτη-μέλη, και φυσικά για την Ελλάδα είναι να προχωρήσει άμεσα στην έναρξη των έργων και βέβαια στην υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων που περιλαμβάνονται με βάση τα ορόσημα και τους στόχους που έχουν τεθεί, από τη στιγμή που θα ξεκινήσει η διαδικασία εκταμίευσης των χρημάτων από το RRF. Στο «Ελλάδα 2.0» υπάρχουν αυστηρά ορόσημα και σημαντικοί στόχοι βάσει των οποίων θα γίνονται οι εκταμιεύσεις. Ορόσημα θα είναι, η ψήφιση νόμων, η έκδοση υπουργικών αποφάσεων και εγκυκλίων, η δημιουργία μιας πλατφόρμας με την οποία θα υλοποιείται μία μεταρρύθμιση. Όσον αφορά τους στόχους θα σχετίζονται με το τελικό αποτέλεσμα. Μάλιστα το 2022 οι στόχοι που έχουν τεθεί είναι ιδιαίτερα υψηλοί, καθώς η Ελλάδα καλείται να διπλασιάσει τις απορροφήσεις σε σχέση με το ΠΔΕ στα 10 δις ευρώ από 5 δις ευρώ. Ειδικά στο σκέλος των δημοσίων επενδύσεων ο κίνδυνος είναι μεγάλος να υπάρχουν τα χρήματα και να προκύψουν καθυστερήσεις γραφειοκρατικού χαρακτήρα στην ωρίμανση των έργων και από τυχόν προσφυγές σε διαγωνισμούς.

 

Το RRF για την Ελλάδα προβλέπει 12,6 δις ευρώ δάνεια και 16,4 δις επιδοτήσεις, εκ των οποίων τα 6,2 δις και 2,1 δις ευρώ για πράσινη και ψηφιακή μετάβαση αντίστοιχα. Για την ενίσχυση της απασχόλησης και την αναβάθμιση δεξιοτήτων προβλέπονται 4,1 δις και για ιδιωτικές επενδύσεις 4 δις ευρώ. Η Ελλάδα εκτιμά ότι το 2021 και το 2022 από το Ταμείο Ανάκαμψης, θα εισπράξει περίπου 12 δις ευρώ και θα δαπανήσει πάνω από 7 δις ευρώ. Η απορρόφηση, εφόσον επιτευχθούν οι στόχοι, που έχουν τεθεί στο 100%, ανέρχεται σε 1,6 δις ευρώ το 2021 και 5,7 δις ευρώ το 2022. Ειδικά για το 2022, τα 5 δις ευρώ αφορούν σε επιδοτήσεις και τα υπόλοιπα 700 εκατ. ευρώ σε δάνεια. Ο λόγος για τον οποίο το ύψος των δανείων είναι χαμηλό οφείλεται στο γεγονός ότι πρώτα θα δοθούν τα ίδια κεφάλαια του επενδυτή και κατόπιν θα γίνει η αποπληρωμή της συμμετοχής του Δημοσίου, έως 50%, με τα ανάλογα δάνεια.

Η Ελλάδα είναι μεταξύ των προνομιούχων χωρών του Ταμείου Ανάκαμψης και το κυβερνητικό επιτελείο που διαχειρίζεται το “Ελλάδα 2.0”, θέλει αφενός να έρθουν τα χρήματα το συντομότερο και αφετέρου να δαπανηθούν σωστά, εκεί που πρέπει, όταν και όπως πρέπει. Στο ερώτημα αν τα πακέτα στήριξης από το Ταμείο Ανάκαμψης αφορά τους λίγους ή τους πολλούς η απάντηση είναι μία: Βεβαίως, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις θα θέλαμε μεγαλύτερο ποσοστό συμμετοχής στα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης πέραν του 1,5 δις ευρώ που προβλέπεται και αυτό δεν επισημαίνεται μόνο στην Ελλάδα, αλλά και από πολλούς άλλους εθνικούς φορείς ευρωπαϊκών χωρών. Το Ε.Β.Ε.Π. γνωρίζοντας τη δυσκολία του εγχειρήματος, και παρά τα εύσημα από τις Βρυξέλλες, θεωρεί μεγάλη πρόκληση την επίτευξη των στόχων στο οριοθετημένο χρονοδιάγραμμα. Ο κίνδυνος να υπάρχουν τα χρήματα και να μην υλοποιείται μια επένδυση είναι συνήθης και υπαρκτός, αλλά μπορεί να αποφευχθεί με τη χρήση “δεικτών συμμετοχής”, οι οποίοι θα καταδεικνύουν, εάν πράγματι αυτή τη φορά, τα χρήματα θα “πιάσουν τόπο” στην οικονομία μας.

 

Η κυβέρνηση, έχει κάνει την επιλογή να σχηματοποιήσει ένα πρόγραμμα που απευθύνεται κυρίως σε επιχειρήσεις, που έχουν ένα «σεβαστό» μέγεθος, και μια ανάλογη δυνατότητα να καταθέτουν σχέδια και να τα υλοποιούν, θέλοντας να αποφύγει παράλληλα τις πολλαπλές κατανομές πόρων σε μικρότερες επιχειρηματικές μονάδες που ενδεχομένως δεν έχουν την δυνατότητα για μεγαλεπήβολα έργα. Η μεγάλη πρόκληση πάντως που «προβάλει» στον ορίζοντα είναι η αναμόρφωση του παραγωγικού μοντέλου με αιχμή τον μετασχηματισμό των ΜμΕ, που άντεξαν την υπερ-δεκαετή κρίση και αναζητούν στηρίγματα που θα τους εξασφαλίσουν την επιβίωση σε ένα ταχέως μεταβαλλόμενο περιβάλλον όπου η παραγωγή εγχώριας προστιθέμενης αξίας είναι μεταξύ των ζητούμενων. Όπως και να έχουν τα πράγματα η Ε.Ε. θεωρεί το πλάνο ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας ένα από τα πιο άρτια σχέδια και χαρακτηρίζει το πλαίσιο δράσης του φιλόδοξο και διορατικό.

Στο πλαίσιο αυτό, το ευρύτερο σχέδιο χρηματοδότησης του ιδιωτικού τομέα που έχει καταρτίσει η κυβέρνηση περιλαμβάνει φυσικά το Ταμείο Ανάκαμψης, άλλες ευρωπαϊκές δράσεις εγγυοδοσίας, αλλά και ανάλογα προγράμματα που θα τρέξει η Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα (ΕΑΤ). Ο δανεισμός που προβλέπεται στο πρόγραμμα, θεωρείται ιδιαίτερα καινοτόμος και μπορεί να αποκαταστήσει το έλλειμμα στις ιδιωτικές επενδύσεις της τελευταίας δεκαετίας στην Ελλάδα. Στις σημερινές συνθήκες μειωμένης ρευστότητας και χρηματοδότησης, το εθνικό πλάνο πρέπει να αξιοποιήσει τον μηχανισμό με τα βελτιωμένα και νέα προγράμματα της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας η οποία, έχει ήδη διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην παροχή χρηματοδότησης προς τις επιχειρήσεις της χώρας μας.

 

Πρέπει να σημειωθεί πως η κρίση της πανδημίας ενίσχυσε περαιτέρω αυτόν τον ρόλο, καθώς η Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα παρέχει ολοκληρωμένη υποστήριξη μέσω των προγραμμάτων εγγύησης και συγχρηματοδότησης. Ο αντίκτυπος των νέων προϊόντων που παρείχε ήταν αξιοσημείωτος, καθώς σημειώθηκε αύξηση της πιστωτικής επέκτασης, ενώ από αναφορές της Τράπεζας της Ελλάδος, προκύπτει ότι σημαντικό μέρος της νέας χρηματοδότησης των ελληνικών τραπεζών διοχετεύεται στις επιχειρήσεις μέσω των χρηματοοικονομικών προϊόντων της Αναπτυξιακής Τράπεζας Ωστόσο, καθώς οι επιπτώσεις της πανδημίας στην αγορά συνεχίζονται, καθίσταται ολοένα και πιο σαφές ότι η κάλυψη των βραχυπρόθεσμων αναγκών ρευστότητας δεν θα είναι αρκετή για τις ελληνικές εταιρείες, προκειμένου να καταφέρουν να ανταπεξέλθουν στο δύσκολο επιχειρηματικό περιβάλλον που έχει διαμορφωθεί. Η έντονη μείωση της κατανάλωσης, η σημαντική μείωση του τουρισμού, καθώς και η επακόλουθη βαθιά ύφεση αποδυναμώνουν τους ισολογισμούς των ελληνικών επιχειρήσεων, αυξάνοντας τον κίνδυνο συρρίκνωσης των μεγεθών τους ή ακόμη και πτωχεύσεων. Είναι προφανές ότι στην παρούσα φάση απαιτούνται νέα εργαλεία για την αντιμετώπιση των σημαντικότερων προτεραιοτήτων, ενώ ορισμένοι τομείς απαιτούν στοχοθετημένη και πρόσθετη υποστήριξη. Με την επικείμενη έναρξη χρηματοδοτήσεων, μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης, κρίνεται περισσότερο επιβεβλημένη η παράλληλη και συμπληρωματική λειτουργία των προγραμμάτων της ΕΑΤ, και για τον λόγο αυτό, απαιτείται συντονισμός ενεργειών. Τα κεφάλαια της Αναπτυξιακής Τράπεζας πρέπει να χρησιμοποιηθούν για να συμπληρώσουν τη χρηματοδότηση του RRF, έτσι ώστε να αυξηθεί ο θετικός αντίκτυπος. Η χρηματοδότηση μέσω της Αναπτυξιακής Τράπεζας θα μπορούσε να διαδραματίσει επίσης πολύ σημαντικό ρόλο για εκείνους τους επιχειρηματικούς τομείς που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Ταμείου Ανάκαμψης. Είναι πράγματι μεγάλης σημασίας για την Αναπτυξιακή Τράπεζα, αλλά και τον τραπεζικό τομέα, να αναπτυχθεί ένα σαφές όραμα για το πώς θα χρησιμοποιηθούν καλύτερα τα κεφάλαια σε ένα ευρύτερο σύνολο επιχειρηματικών τομέων και οικονομικών δραστηριοτήτων. Ως εκ τούτου απαιτείται ευρύτερη συνεργασία όλων των ενδιαφερομένων μερών, ώστε να μελετηθεί και να προσδιοριστεί ο βέλτιστος τρόπος επίτευξης του στόχου να χορηγηθούν αυξημένα ποσά δανείων σε επιχειρήσεις. Η επιστροφή του ΑΕΠ στα 217 δις ευρώ το 2025 σύμφωνα με το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής, αλλά και με τις εκτιμήσεις του Eurogroup για ακόμα ταχύτερη ανάκαμψη, θα είναι εφικτή μόνο με επενδύσεις και μεταρρυθμίσεις, με χρηματοδότηση και ρευστότητα για τις επιχειρήσεις.

 

Στο σημείο αυτό πρέπει να υπενθυμίσω και την σημαντική παρουσία της ΕΤΕπ στην Ελλάδα η οποία είναι ιδιαιτέρως ικανοποιημένη με τη συμμετοχή-ρεκόρ για το 2020, καθώς έφτασε τα 2,8 δισ. ευρώ, και περιλάμβανε τις μεγαλύτερες εγκρίσεις που έγιναν ποτέ στη χώρα, γεγονός που επιτεύχθηκε παρά την πανδημία.

 

Πρόσφατα με στόχο τη δημιουργία νέων χρηματοδοτικών προγραμμάτων από την Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα/HDB για τη στήριξη και διευκόλυνση μικρομεσαίων (SMEs) και μεγαλύτερων (MidCaps) επιχειρήσεων, συνολικού ύψους 2 δισ. ευρώ, υπεγράφη πρόσφατα το πρώτο τμήμα της νέας δανειακής σύμβασης με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ) Η πρώτη δόση της δανειακής σύμβασης ανέρχεται στα 200 εκατομμύρια ευρώ. Αμέσως μετά την ολοκλήρωση και απορρόφηση της πρώτης φάσης του προγράμματος θα υπογραφεί η συμφωνία για τα υπόλοιπα 200 εκατομμύρια ευρώ. Στόχος της συμφωνίας είναι να δοθούν συνολικά δάνεια συνολικού ύψους 2 δισεκατομμυρίων ευρώ εκ των οποίων το 30% θα χορηγηθεί σε επιχειρήσεις μεσαίας κεφαλαιοποίησης και το 70% σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις, με τη στενή συνεργασία και συγχρηματοδότηση της HDB και του ελληνικού χρηματοπιστωτικού συστήματος. Η Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα/HDB θα συνεχίσει να συνεργάζεται στενά με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων με στόχο την αύξηση των επιχειρηματικών επενδύσεων, τη δημιουργία περισσότερων θέσεων εργασίας και την ενίσχυση της επιχειρηματικότητας. Είναι καιρός να μετακινηθούμε όλοι από τα σχέδια, στη δράση.

 

 

 


Αποστολή με email Εκτυπώσιμη μορφή